Τον Αύγουστο του 2008 τον πέρασα -σχεδόν ολόκληρο- στην Αθήνα. Φροντίζω να λείπω πάντα από την Αθήνα τον Αύγουστο αλλά εκείνο το καλοκαίρι έπρεπε να μείνω οπωσδήποτε, λόγω δουλειάς. Μένοντας στην Αθήνα τον Αύγουστο, είχα την ευκαιρία να κάνω μερικές παρατηρήσεις.
Ένα πρωί, κοντά στον Δεκαπενταύγουστο, καθώς πήγαινα στη δουλειά μου, έπεσα πάνω σε έναν κύριο που φώναζε και χειρονομούσε στην Αποστόλου Παύλου. Δεν φώναζε σε κάποιον άλλον άνθρωπο – ήταν μόνος του.
Φτάνοντας στο σταθμό του ηλεκτρικού στο Θησείο, είδα μια ακόμα περίεργη εικόνα: ένας κύριος έκανε παρέλαση μόνος του. Ήταν στην πλατφόρμα του σταθμού -στην αντίθετη κατεύθυνση από εμένα- και, όση ώρα περίμενα τον ηλεκτρικό, έκανε παρέλαση πάνω κάτω. Περπατούσε με το κορμί τεντωμένο, σήκωνε τα χέρια ψηλά και χτυπούσε τα πόδια κάτω. Πού και πού, έστριβε και το κεφάλι δεξιά – στους επίσημους.
Μέσα στο βαγόνι, απέναντί μου καθόταν ένα ζευγάρι. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Ο άνδρας ήταν πάρα πολύ θυμωμένος και έλεγε διάφορα ακατάληπτα σε πολύ έντονο ύφος – η γυναίκα δεν μιλούσε. Μετά από λίγο, βλέπω τη γυναίκα να σηκώνεται τρομαγμένη και να κάθεται κάπου αλλού. Ο άνδρας συνέχισε να μιλάει μόνος του – δεν ήταν ζευγάρι.
Ίσως, σε κάποιον να φαίνονται υπερβολικά αυτά τα τρία περιστατικά μέσα σε λίγα λεπτά αλλά δεν είναι – έτσι ακριβώς έγινε.
Περπατώντας τις επόμενες ημέρες στους μισοάδειους δρόμους της Αθήνας, διαπίστωσα πως υπήρχαν πάρα πολλοί άνθρωποι με προβλήματα ψυχικής φύσεως. Προφανώς, ήταν πάντα εκεί αλλά δεν τους πρόσεχες πολύ, αφού χάνονταν μέσα στο πλήθος. Το πλήθος έφυγε για διακοπές και οι άνθρωποι αυτοί φάνηκαν.
Ακούγοντας και διαβάζοντας τις τελευταίες ημέρες για τον Νορβηγό δολοφόνο, παρατηρώ πως γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστεί σαν τρελός, ψυχάκιας, παρανοϊκός και -οπωσδήποτε- σαν κάποιος που δεν είναι στα καλά του.
Καταλαβαίνω την ανάγκη πολλών ανθρώπων να παρουσιάσουν κάποιον που δολοφονεί δεκάδες ανύποπτους ανθρώπους σαν τρελό, αλλά δεν σκέπτονται τις επιπτώσεις που έχει αυτό στους ανθρώπους που έχουν ψυχικά προβλήματα.
Η προσπάθεια να παρουσιάσουμε κάποιον που κάνει κάτι που μας σοκάρει σαν τρελό είναι κατανοητή – πολλοί άνθρωποι συγκλονίζονται με την ιδέα πως «κανονικοί» άνθρωποι μπορούν να κάνουν τόσο φρικιαστικά εγκλήματα, και ξορκίζουν το κακό, χαρακτηρίζοντας τον εγκληματία «τρελό».
Από την άλλη, οι ίδιοι άνθρωποι μένουν απαθείς -ή συμφωνούν κιόλας-, όταν οι κυβερνήσεις τους βομβαρδίζουν άλλες χώρες, με θύματα και στόχους πολίτες, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία και σχολεία. Τα έχουμε δει όλα αυτά να συμβαίνουν – και πολύ πρόσφατα. Η βία και το έγκλημα που έχουν κρατική νομιμοποίηση δεν θεωρούνται ποτέ κάτι τρελό – θεωρούνται πάντα λογικά.
Όταν ο δράστης του εγκλήματος είναι ένας, είναι πολύ εύκολο -και απλοϊκό- να τον παρουσιάσουμε σαν τρελό. Όταν οι δράστες είναι πολλοί, είναι κάπως πιο δύσκολο να τους χαρακτηρίσουμε όλους «τρελούς».
Δεν είμαι ψυχολόγος αλλά ξέρω πως οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν ψυχικά προβλήματα δεν είναι επικίνδυνοι για τους άλλους. Μπορεί κάποιοι από αυτούς να παρουσιάσουν βίαιη συμπεριφορά -συνήθως, σε άτομα του περιβάλλοντός τους (και όταν δεν παίρνουν τα φάρμακά τους)-, αλλά αυτό δεν είναι ο κανόνας. Ίσα-ίσα.
Είναι εξαιρετικά κακό για μια κοινωνία να παρουσιάζεται αψήφιστα ο οποιοσδήποτε δολοφόνος σαν τρελός και παρανοϊκός. Επίσης, είναι άδικο για τους χιλιάδες συνανθρώπους μας με ψυχικά προβλήματα που ζουν ανάμεσά μας. Και τους βάζει -ακόμα περισσότερο- στο περιθώριο. Όπως και τις οικογένειές τους.
Η εύκολη λύση είναι να χαρακτηρίσεις όλους τους εγκληματίες «τρελούς» – τους βαφτίζεις «τρελούς» και καθάρισες.
Η σωστή λύση για μια κοινωνία είναι να παραδεχτεί πως ο εγκληματίας είναι δικό της παιδί, δικό της δημιούργημα -όπως και όλοι εμείς-, και να αναζητήσει ψύχραιμα τους λόγους και τις αιτίες που οδήγησαν αυτό το δικό της παιδί στο έγκλημα.
(Μάλλον, δεν θα είχα την ίδια ευαισθησία επί του θέματος και δεν θα είχα γράψει αυτό το κείμενο, αν δεν είχα ζήσει αυτό: «Όλα καλά θα πάνε;».)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου